- ἀκριβολόγου
- ἀκρῑβολόγου , ἀκριβολόγοςprecise in argumentmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀκριβολογοῦ — ἀ̱κρῑβολογοῦ , ἀκριβολογέομαι to be exact imperf ind mid 2nd sg (attic doric aeolic) ἀκρῑβολογοῦ , ἀκριβολογέομαι to be exact pres imperat mid 2nd sg (attic) ἀκρῑβολογοῦ , ἀκριβολογέομαι to be exact imperf ind mid 2nd sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δοξογράφοι — Συγγραφείς της αλεξανδρινής και της ρω μαϊκής εποχής, οι οποίοι με τα γραπτά τους μεταβίβασαν τις θεωρίες (δόξες) των αρχαίων φιλοσόφων στους μεταγενέστερους. Υπό αυτή την έννοια, διακρίνονται από τους βιογράφους, τους σχολιαστές κλπ. Ως πρώτοι δ … Dictionary of Greek
Γκιλέν, Χόρχε — (Jorge Guillén, 1893 – 1984). Ισπανός ποιητής. Σπούδασε στην Οξφόρδη, στη Μούρτσια, στη Σεβίλη και στη Μαδρίτη. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο στη χώρα του εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ και δίδαξε ισπανική γλώσσα και λογοτεχνία στο κολέγιο Γουέλσλεϊ. Ο Γ. είχε … Dictionary of Greek